Πόζναν

Πόζναν
(Poznan, γερμανικά Posen). Πόλη της κεντροδυτικής Πολωνίας, που περιλαμβάνει μεγάλο μέρος του μέσου τμήματος των λεκανών του Βάρτα και του Νότετς. Η πόλη, σε μια ευφορότατη γεωργική περιοχή και στις δυο όχθες του Βάρτα, παραπόταμου του Όντερ, βρίσκεται στη συμβολή σπουδαίων οδικών και σιδηροδρομικών αρτηριών και έχει επίσης αερολιμένα. Είναι μεγάλη γεωργική και κτηνοτροφική αγορά και έχει αναπτυγμένες βιομηχανίες στους τομείς μεταλλουργίας, χαλυβουργίας, μηχανών ακρίβειας, χημικών προϊόντων, υφαντουργίας και ειδών διατροφής. Είναι επίσης αξιόλογο ιστορικό, θρησκευτικό (έδρα επισκοπής από τον 10o αι.) και πολιτιστικό κέντρο (πανεπιστήμιο, ανώτερες σχολές, πινακοθήκη, μουσεία). Η Π., που ιδρύθηκε κατά τον Μεσαίωνα στη δεξιά όχθη του Βάρτα και απλώθηκε αργότερα και στην άλλη, γνώρισε περίοδο οικονομικής ευημερίας τον 17o αι., αλλά αργότερα παράκμασε. Το 1793 ενσωματώθηκε στην Πρωσία και το 1815 έγινε πρωτεύουσα του μεγάλου δουκάτου της Ποζνανίας. Το 1919 ξαναγύρισε στην Πολωνία, που είχε τότε αποκατασταθεί ως κράτος, αλλά το 1939 προσαρτήθηκε στη χιτλερική Γερμανία. Όταν ελευθερώθηκε από τους Σοβιετικούς, λίγο πριν από το τέλος του B΄ Παγκοσμίου πολέμου, αποδόθηκε στην Πολωνία. Το δημαρχείο του Πόζναν, αναγεννησιακό οικοδόμημα, έργο του Τζοβ. Μπατίστα ντα Λουγκάνο, ένα από τα εντυπωσιακότερα της πόλης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Πολωνία — Κράτος της Κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Δ με τη Γερμανία και την Τσεχία, στα ΒΑ με τη Ρωσία και τη Λιθουανία, στα Α με τη Λευκορωσία και την Ουκρανία στα Ν με τη Σλοβακία, ενώ βρέχεται στα Β από τη Βαλτική θάλασσα.H Πολωνία καταλαμβάνει, στη… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Γκέρχαρντ, Έντουαρντ — (Edward Gerhard, Πόζναν 1795 – Βερολίνο 1867). Γερμανός αρχαιολόγος. Μελετητής της αρχαίας ιστορίας, λογοτεχνίας και τέχνης, ασχολήθηκε με τη συλλογή αρχαιοτήτων της Ρώμης και της Νάπολης. Το 1831 η έκθεσή του σχετικά με την καταγωγή των αγγείων… …   Dictionary of Greek

  • Γκνάιζεναου, Όγκουστ Βίλεμ Άντον — (August Wilhelm Anton Gneisenau, Σιλντάου 1760 – Πόζναν 1831). Γερμανός στρατιωτικός. Φοίτησε στο πανεπιστήμιο της Ερφούρτης και το 1782 έγινε αξιωματικός του αυστριακού στρατού. Από το 1782 έως το 1786 μελέτησε την οργάνωση της αμερικανικής… …   Dictionary of Greek

  • Σνιαντέτσκι, Παν — (Sniadecki). Πολωνός επιστήμονας και φιλόσοφος (Τσνιν, Ποσνανία 1756 Γιαστουνί 1830). Σπούδασε στο Πόζναν, το Παρίσι και το Γκέτιγκεν. Διατηρούσε στενούς δεσμούς με τους εγκυκλοπαιδιστές και τον Ντ’ Αλαμπέρ. Δίδαξε στα πανεπιστήμια της Βίλνας και …   Dictionary of Greek

  • Σολάρι — (Solari). Επώνυμο Ιταλών αρχιτεκτόνων. 1. Πιέτρο Αντόνιο (Μιλάνο β’ μισό 15ου αι. Μόσχα 1493). Μελέτησε τα σχέδια για την ανέγερση του καθεδρικού ναού του Μιλάνου (1476) και αργότερα αντικατάστησε τον πατέρα του Γκουινιφόρτε στις εργασίες του… …   Dictionary of Greek

  • Στρότζι Μπερνάρντο, ο επονομαζόμενος Γενοβέζος Καπουτσίνος — (Strozzi). Ιταλός ζωγράφος (Τζένοβα 1581 – Βενετία 1644). Μπήκε στο τάγμα των Καπουτσίνων το 1598 και μετά παραμονή πολλών ετών αποχώρησε το 1630. Την καλλιτεχνική του μόρφωση την απόχτησε στη Γένοβα και επηρεάστηκε από την τοπική τεχνοτροπία της …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”